Πλήθος πληροφοριών έχει δει το φως της δημοσιότητας με το άνοιγμα του Φακέλου Κύπρου, πληροφορίες που επιβεβαιώνουν για πολλοστή φορά την προδοσία της Κύπρου από τους συμμάχους και τη δυτική «συμμβολή» στη σημερινή κατοχή του βόρειου κομματιού του νησιού.
ΗΠΑ και Αγγλία, ενώ μπορούσαν να συμβάλουν στην άμεση και ειρηνικότερη λύση, χωρίς την παράνομη κατοχή και τις βαρβαρότητες των Τούρκων, αρνήθηκαν, ενθραρρύνοντας με αυτόν τον «τρόπο τον Αττίλα».
Τον δόλιο ρόλο που διαδραμάτισαν οι μεγάλες δυνάμεις κατά τη διάρκεια της τουρκικής εισβολής στην μαρτυρική Κύπρο τέτοιες μέρες πριν από 45 χρόνια αποκαλύπτει το πολύτομο πόρισμα που δημοσιοποιεί τμηματικά η Βουλή των Ελλήνων σε συνεργασία με τη Βουλή των Αντιπροσώπων της Μεγαλονήσου.
Όπως επισημαίνει ο δημογιογράφος Γιώργος Σαρρής, πρόκειται για χιλιάδες σελίδες πρακτικών κοινοβουλευτικών συνεδριάσεων που πραγματοποιήθηκαν κεκλεισμένων των θυρών τη δεκαετία του 1980, μαρτυρικών καταθέσεων, τηλεγραφημάτων, δημοσιευμάτων και συμπερασμάτων αναφορικά με τα λάθη και τις παραλείψεις εκείνης της εποχής που οδήγησαν σε σημαντικές εδαφικές απώλειες για τον ελληνισμό.
Ένα από τα κεφάλαια είναι αφιερωμένο ειδικά στο ρόλο των ξένων δυνάμεων, και ειδικότερα των Ηνωμένων Πολιτειών, της Αγγλίας και του ΝΑΤΟ, που μέσω των πράξεων και των παραλείψεών τους ενθάρρυναν τον Αττίλα. Εντοπίσαμε μια χαρακτηριστική αναφορά του τότε πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή (είχε αναλάβει το αξίωμα μεταξύ των στρατιωτικών επιχειρήσεων του Αττίλα 1 και του Αττίλα 2 το καλοκαίρι του 1974) που τονίζει με νόημα ότι η Ελλάδα είχε ζητήσει βοήθεια από τη Μεγάλη Βρετανία αλλά αυτή μας την αρνήθηκε, ενώ έμπρακτη συνδρομή δεν υπήρξε ούτε από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Όπως αναφέρει επί λέξει το πόρισμα, «τον σημαντικότερο ρόλο στην εξέλιξη της κυπριακής τραγωδίας διαδραμάτισαν οι ενέργειες, πράξεις και παραλείψεις των κυβερνήσεων Η.Π.Α. – Αγγλίας καθώς επίσης και της συμμαχίας του ΝΑΤΟ.
Η στάση των τριών αυτών σημαντικών παραγόντων όχι μόνο δεν ήταν αποτρεπτική των παράνομων τουρκικών ενεργειών, αλλά αντιθέτως με τις πράξεις και παραλείψεις τους ανέχθηκαν και τους ενθάρρυναν».
Ενδεικτική είναι επίσης η αναφορά του τότε Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Φρουράς (ΓΕΕΦ) Γεώργιου Καραγιάννη στην έκθεση που απέστειλε προς το Αρχηγείο Ενόπλων Δυνάμεων τον Σεπτέμβριο του 1974:
«Ο ναυτικός αποκλεισμός του νησιού από τους Τούρκους, αναφέρει, έγινε με τη συγκατάθεση ή την ανοχή τουλάχιστον των εγγύς περιπλεόντων Βρετανικών και Αμερικανικών Στόλων. Και έτσι υποβοήθησαν την τουρκική αδιαλλαξία και επιθετικότητα. Περιορίσθηκαν δε σε συστάσεις, (πάντοτε και προς τις δύο πλευρές ισομερώς) παραγνωρίζοντας επιδεικτικά το γεγονός ότι επιτιθεμένη ήταν η Τουρκία». Προσθέτει δε ότι είναι βεβαιωμένο πως ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε επαφές με την αμερικανική κυβέρνηση στις 13, 14 και 16 Αυγούστου (η εισβολή του Αττίλα 2 πραγματοποιήθηκε παραμονή του Δεκαπενταύγουστου).
Χαρακτηριστική είναι η θέση των ΗΠΑ όπως διατυπώνεται στην επιστολή του υπουργού Εξωτερικών Χένρυ Κίσινγκερ προς τον Καραμανλή:
Χ. Κίσινγκερ: «Είμαι πεπεισμένος ότι η λύση του Κυπριακού προβλήματος πρέπει να βρεθεί μέσα στα πλαίσια της διαπραγματεύσεως στη Γενεύη (σ.σ. από τις 25 Ιουλίου είχαν ξεκινήσει στην εν λόγω πόλη της Ελβετίας ειρηνευτικές συνομιλίες που κατέληξαν τελικά σε φιάσκο) και κατηύθυνα τελευταία τις προσπάθειές μου στην αποθάρρυνση μονομερών κινήσεων οποιασδήποτε φύσεως, που θα μπορούσαν να παραβλάψουν αυτές τις διαπραγματεύσεις.
Υπήρξε από την αρχή άποψή μου ότι μόνο μέσω της συναινέσεως (consensus) των μερών θα ανακύψει μια ρύθμιση που όλοι οι ενδιαφερόμενοι να τη θεωρούν ότι προστατεύει τα νόμιμα συμφέροντά τους. Υπάρχουν, βέβαια, νέες πραγματικότητες στην Κύπρο που προκλήθηκαν εν μέρει από την προηγούμενη Ελληνική Κυβέρνηση (σ.σ. εννοεί τη χουντική). Επιθυμώ να γνωρίζετε ότι μίλησα στον Τούρκο Πρωθυπουργό Ετζεβίτ για να υπογραμμίσω – όπως υπογραμμίζω και σε σας – ότι είναι σημαντικό να αντιμετωπίσουν με εύκαμπτο τρόπο και τα δύο μέρη τις διαπραγματεύσεις πάνω σε κρίσιμα θέματα, όπως είναι οι συνταγματικές ρυθμίσεις».
Η Αγγλία σε ρόλο Ποντίου Πιλάτου
Εξίσου αρνητικό θεωρεί το πόρισμα και τον ρόλο της Αγγλίας.
Όπως σημειώνει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής μέσω επιστολής προς την Κοινοβουλευτική Επιτροπή που διερευνούσε τον φάκελο της Κύπρου, «με τις ενέργειές της υποβοήθησε την εξέλιξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων της Τουρκίας στην Κύπρο».
Την επόμενη ημέρα της δεύτερης εισβολής του Αττίλα, «το πρωί δηλαδή της 15ης Αύγουστου, συνεκάλεσα και νέα σύσκεψη κατά την οποία, αφού διαπιστώσαμε και πάλι την αδυναμία στρατιωτικής επεμβάσεως στην Κύπρο, ανέθεσα στον κ. Μαύρο, τότε αντιπρόεδρο της κυβέρνησης και υπουργό Εξωτερικών, να ζητήσει από την αγγλική κυβέρνηση όπως, υπό την ιδιότητά της ως Εγγυήτριας Δυνάμεως, προσφέρει αεροπορική κάλυψη στην αποστολή αυτή. Η αγγλική κυβέρνηση, όχι μόνο ηρνήθη τη συνδρομή της, αλλά και χαρακτήρισε τη σχεδιαζόμενη επιχείρηση αναποτελεσματική και πολλαπλώς επικίνδυνη».
Αδρανές το ΝΑΤΟ
Μάλιστα ο αείμνηστος Κωνσταντίνος Καραμανλής στην επιστολή που είχε στείλει τότε, επέκρινε ευθέως και τη στάση που τήρησε η Βορειοατλαντική Συμμαχία (ΝΑΤΟ). Την κατηγορεί για αδράνεια από οφειλόμενη ενέργεια προς αποτροπή της εγκληματικής ενέργειας των Τούρκων.
Γράφει χαρακτηριστικά: «Την ίδια ημέρα κατήγγειλα στη Διεθνή Κοινή Γνώμη το έγκλημα αυτό της Τουρκίας με τη συνημμένη δήλωσή μου. Συγχρόνως η Κυβέρνησή μου, διαμαρτυρόμενη για την αδράνεια της Συμμαχίας στην Κυπριακή κρίση, ανακοίνωσε την αποχώρηση της Ελλάδος από το στρατιωτικό σκέλος του NATO (σ.σ. στις 14 Αυγούστου 1974), με σκοπό αφενός μεν να προβάλει εντονότερα στη διεθνή κοινή γνώμη το δράμα της Κύπρου, αφετέρου δε να ασκήσει πίεση επί των Συμμάχων μας να επέμβουν ενεργά στο Κυπριακό.
Η ενέργεια αυτή της Κυβερνήσεως προκάλεσε ως ήτο φυσικό, ζωηρή εντύπωση με αποτέλεσμα τα μεν Ηνωμένα Έθνη, στα οποία προσέφυγε η Ελλάς, να καταδικάσουν με τις υπ’ αριθμ. 357, 358, 359, 360 και 361 αποφάσεις τους την Τουρκία, οι δε ΗΠΑ να επιβάλουν εις αυτήν το γνωστό εμπάργκο, το οποίο όμως ήρθη τον Ιούλιο του 1978 κάτω από τις εκβιάσεις, αλλά και τις δόλιες διαβεβαιώσεις της Τουρκίας, ότι η άρση του θα διευκόλυνε τη λύση του Κυπριακού». Να σημειωθεί ότι η παραπάνω αναφορά στο ρόλο των ΗΠΑ, της Αγγλίας και του ΝΑΤΟ, αφορά το χρονικό σημείο της έναρξης των στρατιωτικών επιχειρήσεων του Αττίλα 2 (14 – 16 Αυγούστου 1974) και τις ενέργειές τους μια ή δύο ημέρες προηγουμένως.
Με πληροφορίες από pentapostagma.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου